top of page
Αναζήτηση

Αριάδνη-Ζώντας με σχιζοφρένεια, σε σκηνοθεσία Αυγουστίνου Ρεμούνδρου, στο θέατρο 104

  • quas1modo
  • 10 Μαρ
  • διαβάστηκε 7 λεπτά

Μια αρκετά απλοϊκή - έως χιουμοριστική θα έλεγε κανείς - εξήγηση του τι ακριβώς είναι η τρέλα, λέει ότι είναι λογικό να απευθύνεσαι πολλές φορές στην εικόνα του Θεού ή της Παναγίας, με τη μορφή ερωτήσεων ή κάθε είδους μονολόγων. Το πρόβλημα ξεκινάει όταν η εικόνα σου απαντήσει…


Ο κόσμος της τρέλας είναι ένας ‘’άλλος’’ κόσμος. Ένας κόσμος όχι μέσα στον ήδη υπάρχοντα, αλλά εντελώς έξω από αυτόν. Και το οξύμωρο της ιστορίας αυτής είναι το γεγονός ότι σύμφωνα με τον Φουκώ, "Η τρέλα, η οποία στον Μεσαίωνα συνδέεται με την ποίηση, τη σοφία και τη διαίσθηση, με το πέρασμα του χρόνου, γίνεται το αντικείμενο της απομόνωσης, της θεραπείας και της αποδοχής της ορθολογικότητας." Ιδιαίτερα από τα χρόνια του Διαφωτισμού (!), η τρέλα αποκτά στίγμα και ουλές και οδηγεί τους ψυχικά ασθενείς στην απομόνωση και απόσταση από τους ψυχικά υγιείς, ως ένας τρόπος προκειμένου η κοινωνία να διαχειριστεί ό,τι θεωρεί «επικίνδυνο» ή «ξένο» στην ορθολογική τάξη. Αν και αόρατη ασθένεια, ακόμα και σήμερα (παρόλες τις προσπάθειες εξυγίανσης και προόδου που γίνονται), ο τρελός είναι δακτυλοδεικτούμενος, δημιουργεί αισθήματα, φόβου, αμηχανίας, ντροπής. Κοντολογίς, η παρουσία ενός ψυχικά ασθενή, αποδεικνύει το πόσο ψυχικά αδύναμοι είμαστε στην πραγματικότητα, εμείς, οι ψυχικά υγιείς. Η αδυναμία  αυτή προέρχεται από ελλιπή γνώση και έλλειψη ενσυναίσθησης. Αυτό συμβαίνει γιατί ο άνθρωπος, από πάντα επιθυμεί να ξεχωρίσει όντας όμως ταυτόχρονα, ένα μέρος της κοινωνικής νόρμας. Ο τρελός όμως που ξεχωρίζει ξεπερνώντας την νόρμα αυτή, είναι το τέρας που πρέπει να φιμωθεί και να κλειστεί στο κάστρο του. Μακριά από τους άλλους ανθρώπους. 


Για κάποιους, η τρέλα δεν είναι απλώς μια παθολογία, αλλά συχνά μια αντανάκλαση των πιο βαθιών ανθρώπινων αγώνων και της επιθυμίας για κατανόηση του κόσμου. Για άλλους, όλα είναι θέμα χημείας του εγκεφάλου και πιστεύουν ότι τα φάρμακα και κάθε άλλου είδους θεραπείες (από τις πιο απάνθρωπες μέχρι τις πιο ανθρωποκεντρικές), θα μπορέσουν να εξασφαλίσουν στον άρρωστο την δυνατότητα να ζήσει μια φυσιολογική ζωή. Για τους ίδιους δε τους τρελούς, η μη κατανόηση του κόσμου, είναι η αιτία της αρρώστιας τους. Για τον λόγο αυτό, μέσα από τους δικούς τους κόσμους, παλεύουν με θεούς και δαίμονες, γίνονται κάποιοι άλλοι, ζουν σε άλλα μέρη, σε άλλες εποχές, βλέπουν μορφές και πράγματα που εμείς δεν μπορούμε να δούμε. Ζουν σε μια δική τους πραγματικότητα την οποία δεν μπορούμε να δούμε και να αντιληφθούμε. Εκείνοι όμως, παραπαίουν ανάμεσα σε δύο κόσμους. Στον δικό τους και στον δικό μας. Για τον λόγο αυτό, και η ιστορία κάθε ψυχικά ασθενή, είναι τραγική στη φύση της…


Στο θέατρο 104, η σκηνή ανοίγει την αυλαία της στους δύο αυτούς κόσμους που πότε ενώνονται, πότε χωρίζουν. Όλο αυτό, μέσα στο μυαλό της Αριάδνης, μιας γυναίκας με σχιζοφρένεια η οποία φιλοξενείται στον Ξενώνα Ψυχοκοινωνικής Αποκατάστασης. Η παράσταση βασίζεται στο κείμενο της ψυχολόγου - ψυχοθεραπεύτριας Αρετής Χαρτοφύλακα, η οποία ορμώμενη από την εμπειρία της στον Ξενώνα Ψυχοκοινωνικής Αποκατάστασης “Αριάδνη”, της Εταιρείας Περιφερειακής Ανάπτυξης και Ψυχικής Υγείας Ε.Π.Α.Ψ.Υ., μέσα από τη ζωή της εκεί, θέλησε να μοιραστεί το αποτύπωμα που της άφησε η θητεία της. Η Αριάδνη ως ξενώνας, αποκτά μορφή μέσω της επί σκηνής ηρωϊδα και γινόμαστε μάρτυρες του αγώνα της με τις σκιές και τις φωνές που την καταδιώκουν. Μέσα από  μια ξέφρενη πορεία όπου η ασθενής προσπαθεί να ξεχωρίσει την ψευδαίσθηση από την πραγματικότητα, φωτεινός φάρος και σύντροφος της, είναι η ψυχολόγος της, η οποία τη στηρίζει ακόμα και στα πιο μικρά της βήματα. Είναι παρούσα όταν παλινδρομεί, όταν πέφτει σε κατάθλιψη, όταν η Αριάδνη ραγίζει και σπάει, όταν χαίρεται, ζει, ελπίζει. Η όλη φιλοσοφία του θεατρικού έγκειται στο γεγονός ότι ακόμα και μέσα από την ομίχλη και τις σκιές, από βίαιες κρίσεις, όταν υπάρχει αγάπη, υπομονή και αυταπάρνηση, το φως περνάει και ξεχύνεται ακόμα και από την πιο μικρή χαραγματιά και η ελπίδα ανθίζει σαν την άνοιξη. Μέσα στην ήττα της ασθένειας, όταν ο πόλεμος μοιάζει πολλές φορές χαμένος, οι μικρές νίκες της Αριάδνης, κερδίζουν σιγά-σιγά έδαφος και η κάθε νέα μέρα είναι καλύτερη από την αμέσως προηγούμενη. Σε ιδανικές καταστάσεις, με αυτόν τον τρόπο, μέσω μιας ανθρώπινης συνεργασίας, η ψυχική νόσος παύει να είναι ταμπού. Το στίγμα εξαλείφεται και ο άνθρωπος αντιμετωπίζεται ως άνθρωπος.


 Μέσα από τη σκηνοθετική οπτική του Αυγουστίνου Ρεμούνδου, το στίγμα, η “κατάρα” της τρέλας, μετατρέπεται σε πίνακα ζωγραφικής, ο οποίος συνδυάζοντας ρεαλισμό και φαντασία, δημιουργεί ένα ζωντανό, άμεσο και συγκινητικό αποτέλεσμα.

   

Η τρέλα, σε στενή συνεργασία με την τέχνη, μέσα από πολλά παραδείγματα σπουδαίων καλλιτεχνών με ψυχικές ασθένειες, αποδεικνύει εκ των πραγμάτων την δυναμική της και το γεγονός ότι αποτελεί μορφή έκφρασης και πανάκεια, φάρμακο της ψυχής. Μέσα από τη σκηνοθετική οπτική του Αυγουστίνου Ρεμούνδου, το στίγμα, η “κατάρα” της τρέλας, μετατρέπεται σε πίνακα ζωγραφικής, ο οποίος συνδυάζοντας ρεαλισμό και φαντασία, δημιουργεί ένα ζωντανό, άμεσο και συγκινητικό αποτέλεσμα. Με τη συνδρομή της Γιέλενα Γκάγκιτς, ο σκηνοθέτης κατορθώνει να αποτυπώσει με έναν ξεχωριστό τρόπο τη γραφή και τη σκέψη της Αρετής Χαρτοφύλακα και ταυτόχρονα, να προσφέρει την προσωπική του νότα έτσι ώστε να δημιουργηθεί μια πολύ ενδιαφέρουσα, νεωτεριστική παράσταση, η οποία έχει το θάρρος και την αμεσότητα να κρίνει τα κακώς κείμενα της ελληνικής πραγματικότητας, ενώ ταυτόχρονα ανυψώνει την ψυχή του ασθενή και προσφέρει ελπίδα και αισιοδοξία στον θεατή. Χρειαζόμαστε αισιόδοξες φωνές  τη σήμερον ημέρα. Ίσως περισσότερο από απελπισμένες κραυγές που δεν οδηγούν πουθενά… 


Η Λίζυ Ξανθοπούλου ως Αριάδνη, αποδεικνύει για άλλη μια φορά το βάρος του ταλέντου της, το οποίο της δίνει τη δυνατότητα να σηκώσει μια δύσκολη παράσταση στους ώμους της και να μπορέσει με εκφραστικότητα και συναισθηματική ευαισθησία, να συγκινήσει το κοινό της. Κατορθώνοντας να βγάλει στην επιφάνεια τον χείμαρρο των μεταπτώσεων ενός ψυχικά ασθενούς ατόμου, μπόρεσε να μας κάνει να κατανοήσουμε την πολυπλευρικότητα τόσο της Αριάδνης όσο και της ίδιας ως καλλιτέχνιδας. Χορεύοντας σαν ξωτικό, πότε μικρό παιδί, πότε γυναίκα, πότε γεμάτη οργή, πότε ραγισμένη, άλλοτε χαρούμενη, άλλοτε θλιμμένη, άλλοτε καλά, άλλοτε όχι, η Λίζυ Ξανθοπούλου, γίνεται ο χαμαιλέοντας που κάθε ηθοποιός ελπίζει και παρακαλά να γίνει σε κάποια στιγμή της καριέρας του. Εξαιρετική ερμηνεία από πάσα άποψη.


Η Ευγενία Αποστόλου ως Φωτεινή, η ψυχολόγος του θεραπευτικού κέντρου, αποτελεί το φωτεινό παράδειγμα, τον φάρο και το λιμάνι για την Αριάδνη. Παίρνοντας το άλλο μισό του βάρους της παράστασης, με περίσσεια ευαισθησία και ευγένεια ψυχής, κατορθώνει να διασχίσει τα δύσβατα μονοπάτια μιας αόρατης αρρώστιας και να οδηγήσει λίγο-λίγο την ασθενή της προς το φως. Σε τέλεια αρμονία με την Λίζυ Ξανθοπούλου, η Ευγενία Αποστόλου είναι η ήρεμη δύναμη της παράστασης, η οποία ανακουφίζει με την καλοσύνη και τη γλυκύτητα του χαρακτήρα που υποδύεται. Το γεγονός δε ότι είχε και η ίδια η Φωτεινή μια δύσκολη παιδική ηλικία, ανεβάζει την εκτίμηση και τον θαυμασμό σε μεγαλύτερο ύψος και με αυτόν τον τρόπο, η Φωτεινή γίνεται ένα και το αυτό με την Ευγενία. Πιστεύω ότι υποκριτικά, ο στόχος της ηθοποιού επετεύχθη και με το παραπάνω.  


Πιστές σκιές της Αριάδνης με εξαιρετικά χορευτικά που ζαλίζουν, η Ανδριάνα Μαθιουδάκη και ο Νίκος Γονίδης, ο οποίος έχει αναλάβει τις χορογραφίες, κατορθώνουν να ντυθούν οι σκιές της σχιζοφρένειας οι οποίες ταλανίζουν την ασθενή. Σε μια σχεδόν ερωτική σχέση, μέσα από την πρωτότυπη μουσική του Γιώργη Χριστοδούλου, έρχονται και φεύγουν. Ποτέ δε μένουν αλλά πάντοτε επιστρέφουν. Η συνεχής αυτή κίνηση, αποτυπώνεται τέλεια μέσω της χορογραφίας και της ξεχωριστής μουσικής σύνθεσης και εντυπωσιάζει ως σκηνοθετικός νεωτερισμός ο οποίος προσδίδει μια περαιτέρω νότα φαντασίας στο θεατρικό. Πολύ καλή δουλειά και από τους δύο αυτούς καλλιτέχνες. 


Ο σχεδιασμός των σκηνικών, δημιουργία του Κώστα Γκαραμέτση, κατόρθωσε να συνδυάσει με επιτυχία τις συνεχείς μεταβάσεις μεταξύ του κόσμου της Αριάδνης και εκείνου της Φωτεινής. Εντυπωσίασε ιδιαίτερα το γεγονός ότι περιστρεφόμενα, τα σκηνικά, έχτιζαν νέους κόσμους και διαθέσεις, μέσα από διαφορετικά σχήματα, χρωματικές παλέτες και εποχές. Τα κοστούμια του Πάνου Απέργη, αναδεικνύοντας τον πολύπλευρο γυναικείο χαρακτήρα της παράστασης, ταίριαξαν τέλεια με τον χαρακτήρα των πρωταγωνιστριών και ανέδειξαν την χορευτική κίνηση των δύο σκιών-χορευτών. Το ίδιο ισχύει και για τον φωτισμό του Βαγγέλη Μούντριχα, ο οποίος ακολουθώντας πιστά την πλοκή και τον ψυχισμό της Αριάδνης, μπόρεσε να παίξει με τα χρώματα, το σκοτάδι και το φως, και να μας βάλει για τα καλά μέσα στο κλίμα της πλοκής. Υπέροχη δουλειά και από τους τρεις καλλιτέχνες.  


 Η Λίζυ Ξανθοπούλου, γίνεται ο χαμαιλέοντας που κάθε ηθοποιός ελπίζει και παρακαλά να γίνει σε κάποια στιγμή της καριέρας του, ενώ η Ευγενία Αποστόλου είναι η ήρεμη δύναμη της παράστασης, η οποία ανακουφίζει με την καλοσύνη και τη γλυκύτητα του χαρακτήρα που υποδύεται.


Τα ερωτήματα του δελτίου τύπου της παράστασης είναι τα εξής, και ακολουθούν και οι απαντήσεις μου (προσωπική άποψη φυσικά):

Μας αφορά η ψυχική νόσος; Aπό τη στιγμή που είναι ανθρώπινη νόσος, ναι μας αφορά. Όπως μας αφορά ο καρκίνος και όλες οι υπόλοιπες ασθένειες.

Γίνεται από τη μια στιγμή στην άλλη να βρεθείς στην απέναντι πλευρά του παραλογισμού; Γίνεται. Αρκεί μια μικρή αφορμή προκειμένου να πυροδοτηθεί μια αλυσιδωτή αντίδραση, όπως στο παράδειγμα της Αριάδνης. 

 Πόσο λεπτή είναι η γραμμή που χωρίζει το λογικό από το παράλογο; Τόσο λεπτή σαν ένα στρώμα πάγου που σπάει ανά πάσα στιγμή κάτω από τα πόδια μας.

Κι όταν η ψυχική νόσος μας χτυπά την πόρτα τι κάνουμε; Η ψυχική νόσος δεν χτυπά απλά την πόρτα. Την παραβιάζει, μπαίνει στο δωμάτιο και διαλύει όλο το σπίτι μας. Εμείς, πρέπει να κρατήσουμε την πόρτα ανοιχτή, να φωνάξουμε για βοήθεια και να μην κλειστούμε πίσω από κατεστραμμένους τοίχους και ερείπια. Όπως όλες οι υπόλοιπες αρρώστιες, έτσι και η σχιζοφρένεια, με την κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή και συνεργασία με ψυχολόγο, μπορεί να τεθεί υπό έλεγχο και ο ασθενής να έχει μια φυσιολογική ζωή.

Υπάρχει φως στο σκοτάδι και πώς μπορείς να το βρεις; Το πρώτο πράγμα που αντικρίζει ο άνθρωπος όταν γεννηθεί είναι το φως, και αυτό συνειδητά ή ασυνείδητα ψάχνει να ανακαλύψει όλη του τη ζωή. Ακόμα και στο πιο βαθύ έρεβος, ο καθένας μας ψάχνει να βρει ένα φως το οποίο θα τον καθοδηγεί. Φως μπορεί να είναι ο συνάνθρωπος. Η τέχνη και η καλλιτεχνική δημιουργία εν γένει. Μπορεί να είναι η φύση και τα ζώα. Τα ίδια μας τα όνειρα που ίσως κάποτε αφήσαμε πίσω. Ή μας άφησαν…αρκεί να μην τα προδώσουμε ποτέ, ακόμα κι αν εκείνα μας πρόδωσαν. Με αυτόν τον τρόπο μπορούμε να το βρούμε ξανά.

Στην έπειτα από την παράσταση συζήτηση που είχα με τη Λίζυ και την Ευγενία, ειπώθηκε ότι η παράσταση αυτή είναι μια δύσκολη παράσταση. Συμφωνώ μαζί τους. Καθετί το οποίο αποτελεί ακόμα και σήμερα ταμπού, είναι δύσκολο να εκτίθεται έστω και καλλιτεχνικά. Δεν έχουν παρέλθει ακόμα οι εποχές που ο τρελός δεν είναι παρίας και δακτυλοδεικτούμενος. Ακόμα και σήμερα, ένας ψυχικά ασθενής βρίσκεται αντιμέτωπος με τον κοινωνικό και τον επαγγελματικό αποκλεισμό. Το κομμάτι αυτό που θίγεται στην παράσταση και είναι ισχυρό σαν ράπισμα, είναι κατ’εμέ, το βασικό στοιχείο και “μάθημα” αυτής. Για τον λόγο αυτό και τη συνιστώ ανεπιφύλακτα. 



 

Συντελεστές


Κείμενο: Αρετή Χαρτοφύλακα

Σκηνοθεσία: Αυγουστίνος Ρεμούνδος

Πρωτότυπη Μουσική: Γιώργης Χριστοδούλου

 Χορογραφίες: Νίκος Γονίδης

 Σχεδιασμός Σκηνικών: Κώστας Γκαραμέτσης

 Σχεδιασμός Κοστουμιών: Πάνος Απέργης

 Σχεδιασμός Φωτισμών: Βαγγέλης Μούντριχας

 Βοηθός σκηνοθέτη: Γιέλενα Γκάγκιτς 

 Φωτογραφίες / Δημιουργικό Αφίσας: Σπύρος Περδίου

 Trailer: Στέφανος Κοσμίδης

 Επικοινωνία: Γιάννης Βίτσας

 Παίζουν:

 Αριάδνη: Λίζυ Ξανθοπούλου

 Φωτεινή: Ευγενία Αποστόλου 

 Σκιά Α: Ανδριάνα Μαθιουδάκη

 Σκιά Β: Νίκος Γονίδης

 

 

Πρεμιέρα: 23 Ιανουαρίου 2025

Παραστάσεις κάθε Τετάρτη και Πέμπτη στις 21:15

Εισιτήρια: Γενική είσοδος 18€,

Μειωμένο 15€,

Ατέλεια ηθοποιών 5€

Θέατρο 104, Ευμολπιδών 41, Αθήνα,

τ.κ. 11854

Τηλέφωνα: 2103455020 και 6951269828


 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 


 
 
 

Comments


bottom of page